I went to kill the deer
Deep in the forest where
The heart of the mountain beats
For all who live there.
An eagle saw me coming and
Flew down to the home of the deer
And told him that
A hunter came to kill.
The deer went with the eagle
Into the heart of the mountain
Safe from me who did not hear
The heart of the mountain beating.
– Taos Pueblo Indian
.
Σε μια προσπάθεια να θεραπεύσουμε του εαυτούς μας ψυχολογικά, ο αδερφός μου κι εγώ βρεθήκαμε στο Τάος του Νέου Μεξικού, όπου και γνωρίσαμε μια κοινότητα, η οποία έχει άφθονο πλούτο… φυσικό και ψυχικό, δύο παράγοντες που είναι αλληλένδετοι στην περίπτωση τους. Red Willow είναι η ονομασία μίας φυλής αμερικανών ιθαγενών, που κατοικεί στο Τάος του Νέου Μεξικού, των ΗΠΑ. Λειτουργεί ως ανεξάρτητη κυβέρνηση, με δικό της σύστημα υγείας και αυτόνομο εκπαιδευτικό σύστημα. To Pueblo του Τάος αποτελεί την αρχική γεωγραφική τοποθεσία, η οποία χρονολογείται από τις αρχές του 11ου αιώνα και κατά συνέπεια χαρακτηρίζεται ως το παλαιότερο ενεργό Pueblo ιθαγενών στην Βόρεια Αμερική. Επίσης, εικάζεται πως πρόκειται για μια εκ των πρώτων μορφών οργανωμένης κοινωνίας στην Βόρεια Αμερική. Παρότι η Red Willow διαθέτει μεγάλη ανεξαρτησία και αρκετά εφόδια για μια ισορροπημένη κοινωνία, διατυπώνεται συχνά η άποψη πως οι ιθαγενείς δεν υπολογίζονται ως ενεργοί πολίτες από το σύστημα της χώρας. Αυτό οδηγεί σε απουσία ίσων ευκαιριών και μεταξύ άλλων, την πρόσβαση σε πηγές εκπαιδευτικού υλικού. Άλλωστε είναι πλέον αναμφισβήτητο πως οι ιθαγενείς έχουν στοχευμένα περιθωριοποιηθεί κατά τη διάρκεια του σχηματισμού της Αμερικής που γνωρίζουμε σήμερα. Στο Pueblo του Τάος επιτρέπεται η είσοδος μόνο σε μέλη της φυλής. Αξίζει να σημειωθεί πως τo αρχικό Pueblo διατηρεί την μορφή του από το 1000μ.Χ. Συντηρείται ευλαβικά από την φυλή και μένει απαράλλαχτο στις θεμελιώδεις αξίες του. Η συντήρηση της κουλτούρας τους καθώς και της γλώσσας Tiwa, είναι πρωταρχικής σημασίας για παλαιά και νέα μέλη και μεταφέρεται από γενιά σε γενιά. Όταν μου δόθηκε ευρύτερη πρόσβαση στο Pueblo, όρισα τα κύρια χαρακτηριστικά που επιθυμούσα να έχει η αφήγηση. Στον πυρήνα βρίσκεται η αξιοποίηση μηχανής μεσαίου φορμά, λόγω της υψηλής χρωματικής πιστότητας του φιλμ, αλλά και ως μιας προσπάθειας συνομιλίας με την ασπρόμαυρη δουλειά του Ansel Adams, o οποίος επισκέφθηκε τη φυλή τη δεκαετία του ‘30. Έχει ενδιαφέρον η εξέλιξη, μέσα σε σχεδόν έναν αιώνα της Red Willow, με το αναπόφευκτα σύγχρονο περιβάλλον εντός και εκτός του Pueblo που περιλαμβάνει κομμάτια μοντέρνου ρουχισμού και μέσων μετακίνησης. Θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε πως -κοινωνικά- υπάρχει σημαντική αύξηση της εξάρτησης των ιθαγενών από το αμερικανικό σύστημα. Η προσέγγιση της φυλής αυτής, σε συσχετισμό με την πόλη στην οποία βρίσκονται στο Νέο Μεξικό είναι μια πτυχή της εξάρτησης που με απασχόλησε στην συγκεκριμένη ενότητα. Η εξάρτηση αυτή μπορεί να είναι κάτι που οι Red Willow προσπάθησαν να αποφύγουν, αλλά μοιάζει μάταιο, αφού φαίνεται πως τους έχει επιβληθεί. Σίγουρα όμως η σύνδεση που έχουν με τα αισθήματα τους, που έχει άμεση επαφή με την βαθιά ψυχική τους σχέση και το σεβασμό στη φύση είναι κάτι το οποίο κανείς δεν μπορεί να τους το αποσπάσει. Αυτά βρίσκονται σε ένα βάθος στο οποίο κανείς δεν έχει πρόσβαση, εκτός αν έχει βιώσει το περιθώριο όπως εκείνοι.
.
Ο Δημήτρης Λαμπρίδης γεννήθηκε το 1993 στο Παλαιό Φάληρο της Αθήνας. Έχει σπουδάσει φωτογραφία στο New York Film Academy και διεύθυνση φωτογραφίας στο University for the Creative Arts, Farnham στο Ηνωμένο Βασίλειο. Εργάζεται στο Λονδίνο από το 2013, ως διευθυντής φωτογραφίας, ενώ εκτελεί προσωπικά φωτογραφικά project ανελλιπώς από το 2011. Ως φωτογράφος, επικεντρώνεται στην συναισθηματική αποτύπωση συγκεκριμένων αφηγημάτων με επίκεντρο την περιθωριοποίηση, τις κοινότητες, την αίσθηση του χαμού και της μη αναστρεψιμότητας. Η δουλειά του έχει παρουσιαστεί σε εκθέσεις στην Νέα Υόρκη, στην Ρώμη, στο Λονδίνο και στην Αθήνα, ενώ και το project του Transitory lives αποτελεί πεδίο έρευνας του Anthropology Department of Durham University. Στον κινηματογράφο, έχει εργαστεί σε παραγωγές μυθοπλασίας και ντοκιμαντέρ, με μία προτεινόμενη για Όσκαρ, και δύο από αυτές για βραβείο BAFTA.
.