Είμαι μεγάλος. Πιστέψτε με, το ξέρω. Θα κλείσω τα 70 σε λίγους μήνες. Αυτό το γεγονός ίσως σας δυσκολέψει ώστε να με πάρετε στα σοβαρά, αλλά δείξτε κατανόηση μόνο για αυτό ακριβώς το δημοσίευμα. Με την ηλικία έρχεται η σοφία, έτσι δεν λένε; Αυτό που θέλω να γράψω εδώ είναι ότι νομίζω πως αλλάζει ανησυχητικά το πεδίο της φωτογραφίας από εκείνους που κάνουν τέχνη. Διαβάστε παρακάτω.

Φωτογραφικές σειρές ή ολοκληρωμένα σώματα δουλειάς εξηγούνται, αναλύονται, πλαισιώνονται, εξορθολογίζονται και αποκτούν αξία μέσα από κείμενα ή λεκτικά σχήματα. Και σκέφτεστε: Ε και; Σιγά το πράγμα! Επιτρέψτε μου να ξεκινήσω με μια σύντομη ιστορία και στη συνέχεια να ρίξουμε μια ματιά στην τρέχουσα πρακτική. Πριν από 20 ή 30 χρόνια, η επίσκεψη σε μια έκθεση φωτογραφίας στο MOMA ή στο Met, το SF Modern στο Σικάγο ή ακόμα και στο Whitney σήμαινε συχνά ότι ήσασταν αντιμέτωποι με μια σειρά κορνιζαρισμένων ματ φωτογραφιών μαζί με ίσως μια σύντομη δήλωση από τον επιμελητή της έκθεσης που έδινε κάποια βιογραφικά στοιχεία του φωτογράφου και ίσως μια επεξήγηση για το πλαίσιο στο οποίο παρουσιάζονταν τα έργα. Οι τίτλοι του έργου ήταν συνήθως ο τόπος και ο χρόνος που τραβήχτηκαν οι φωτογραφίες. Αυτό ήταν. Η προσδοκία ήταν ότι οι φωτογραφίες στέκονταν μόνες τους, έπρεπε να ιδωθούν και να γίνουν κατανοητές με τους δικούς τους όρους, συνήθως ως μεμονωμένες εικόνες δίπλα σε άλλες μεμονωμένες εικόνες – σκεφτείτε τον Robert Frank, τον Lee Friedlander, τον Harry Callahan, τον Frederick Sommer, τον Lew Baltz, ακόμη και τον Ansel Adams και τον Cartier Bresson. Λίγα λόγια μόνο ήταν αναγκαία. Υπήρξαν εξαιρέσεις, φυσικά. Για παράδειγμα, ο Robert Adams, ο οποίος είχε ολόκληρες στοίβες κειμένων, τις οποίες χρησιμοποίησε για να κάνει το έργο του να ξεχωρίσει και να οικοδομήσει μια λογική.

Σήμερα, πηγαίνετε σε μια έκθεση από έναν «φρέσκο» απόφοιτο M.F.A (Master of Fine Arts) ή καθίστε στο τραπέζι με κάποιον που σας δείχνει το έργο του σε ένα portfolio review και τα πράγματα θα είναι πολύ διαφορετικά. Για τα περισσότερα έργα δεν υπάρχει καμία απολύτως δυνατότητα κατανόησης, χωρίς γραπτή ή προφορική εξήγηση, του τι θέλει να δείξει ο φωτογράφος. Έχω πάντα την αίσθηση ότι πιάνω μια συζήτηση στη μέση και προσπαθώ να καταλάβω για ποιο θέμα μιλούν. Για τα περισσότερα έργα, αν διαχωρίσετε τις φωτογραφίες από τα κείμενα, αμέσως θα έχετε χάσει τη δυνατότητα να κατανοήσετε τι συμβαίνει. Αυτό δεν είναι πάντα κακό, καθώς ίσως αποτελεί μέρος της εξέλιξης του μέσου προς μια εξειδικευμένη κατηγορία που οδηγεί σε αυξημένη ακρίβεια και σαφέστερη πρόθεση. Αλλά, και αυτό είναι το κύριο θέμα μου, οι φωτογραφίες συχνά δεν είναι πολύ καλές. Φαίνεται σαν η φωτογραφία να έχει εξαχνωθεί και να έχει μετατραπεί απλώς σε ένα απαραίτητο κομμάτι ενός συνόλου, όπου οι λέξεις έχουν προτεραιότητα και οι φωτογραφίες είναι κατά κάποιο τρόπο δευτερεύουσες, έχουν επικουρικό ρόλο και επομένως δεν χρειάζονται μεγάλη προσοχή. Εδώ λοιπόν, ελλοχεύει ο κίνδυνος, να χρησιμοποιείται η φωτογραφία απλώς για εικονογράφηση και τότε πραγματικά μιλάμε για ένα εξ ολοκλήρου άλλο πεδίο.

Τί είναι αυτό; Η θεωρία μου: το μεγαλύτερο μέρος της νέας καλλιτεχνικής φωτογραφίας σήμερα προέρχεται από απόφοιτους M.F.A που έχουν μελετήσει το μέσο, ​​όχι μόνο πρακτικά (αν και συχνά όχι επαρκώς), αλλά έχουν μελετήσει και τη θεωρία, την κριτική και την ανάλυσή του. Καθώς η τεχνική του μέσου έχει γίνει ευκολότερη, πιο εύχρηστη και αυτοματοποιημένη, η εμβριθής γνώση γύρω από την τεχνική και την οπτική διάσταση έχει γίνει λιγότερο σημαντική. Οι σπουδαστές σήμερα που ξεκινούν προγράμματα M.F.A, προγράμματα που καθιερώθηκαν τη δεκαετία του ’60 και του ’70, αποφοιτούν με πτυχία και εργασίες που ισοδυναμούν με διδακτορικές διατριβές (ενώ στην εφαρμοσμένη φωτογραφία δεν υπάρχει Ph.D) καθώς το M.F.A είναι το ανώτατο στάδιο σπουδών στο πεδίο αυτό. Αυτοί οι απόφοιτοι είναι σπουδαγμένοι, ακαδημαϊκοί, διαβασμένοι, ομιλητικοί, θεωρητικοί και ενήμεροι σχετικά με την ιστορία του μέσου. Είναι επίσης «εννοιολογικοί» καλλιτέχνες όσον αφορά στο ότι η σκέψη σχηματίζεται εκ των προτέρων, το έργο προσαρμόζεται στην υποστηριζόμενη θέση και στη συνέχεια αντιμετωπίζεται και παρουσιάζεται ως ένα πακέτο μαζί με το γραπτό κείμενο. Αυτό μπορεί να λειτουργεί εν μέρει σε αναπαραστατικά έργα, βίντεο ή/και φωτογραφία, που έχουν ως βασική τη γραπτή συνιστώσα και ως δευτερεύουσα τη φωτογραφία. Και καθώς η φωτογραφία σε αυτό το επίπεδο έχει αναπτυχθεί, το ίδιο έχει αναπτυχθεί και η αντιμετώπισή της ως ακαδημαϊκή δραστηριότητα. Πολύ συχνά η τεχνική του μέσου υποτιμάται, υποδεικνύοντας ότι ο καλλιτέχνης δεν ενδιαφέρεται ούτε στο ελάχιστο για τις εγγενείς ιδιότητες του, αλλά χρησιμοποιεί τη φωτογραφία απλά ως όχημα για οπτική επικοινωνία. Στην πραγματικότητα, αυτοί οι σπουδαστές ή αυτές οι σπουδάστριες μπορεί να έχουν αποφοιτήσει από αυτό ακριβώς: ένα τμήμα της οπτικής επικοινωνίας. Αυτό αποτελεί μια «λογοποίηση» του μέσου ή κατ’ επέκταση μια αποδόμηση των εγγενών οπτικών ποιοτήτων του που απολήγει σε ένα εντελώς αναλυτικό και διανοητικό τελικό αποτέλεσμα.

 

Πηγαίνετε σε μια παρουσίαση πτυχιακής εργασίας και ρίξτε μια ματιά. Οι φοιτητές ασχολούνται με ευαισθησία με ζητήματα όπως η ταυτότητα, τα ζητήματα φύλου και σεξουαλικού προσανατολισμού, η αναπτυξιακή και συναισθηματική διαδικασία, η επιτήδευση, η σωματική και συναισθηματική κακοποίηση, η πολιτισμική και κοινωνική πίεση και στάση, τα ανθρώπινα δικαιώματα και ούτω καθεξής. Κάθε μία από αυτές τις ιδέες και πολλές άλλες, αποκτούν μια προσωπική διάσταση και καταλαμβάνουν κεντρική θέση στον στόχο του φωτογράφου, σαν να υπάρχει μια κάθαρση η οποία όταν μοιράζεται, υποτίθεται ότι δημιουργεί μία σύνδεση με όσους βλέπουν το έργο. Φυσικά, ένα μεγάλο μέρος όλου αυτού είναι ναρκισσισμός, αυτοαναφορικότητα, ακόμα και δημιουργία με παρωπίδες.

Πριν με χαρακτηρίσετε σαν ένα γέρο με έλλειψη κατανόησης για τους νέους και ανικανότητα να δει την αξία στις ιδέες των νεότερων, διαβάστε παρακάτω. Η Joni Mitchell κάποτε τραγούδησε ότι «ο παλιός μισεί το νέο», αλλά πάντα μου άρεσε πολύ η νιότη. Πάρτε ως παράδειγμα τα σαράντα χρόνια διδασκαλίας μου στο πανεπιστημιακό επίπεδο, τα οποία πραγματικά απόλαυσα. Η νιότη είναι ζωντάνια, ατελείωτη ενέργεια, είναι μια τεράστια ευελιξία και η αίσθηση της ανακάλυψης που είναι υπέροχο να υπάρχει. Αλλά το να αναγορεύεται σε εξέχον συστατικό της τέχνης η υπόθεση πως εγώ ή οποιοσδήποτε άλλος θεατής θέλει να ακούσει την προσωπική ιστορία του καθενός, αυτό  με τρελαίνει. Εγώ δεν θέλω. Θέλω να είμαι σε θέση να δω την τέχνη και να την κρίνω με βάση τις δικές της αξίες. Προς το παρόν, βρίσκω μια μεγάλη έλλειψη σε αυτό.

Κοιτάξτε, η πρακτική της λήψης εικόνων ήταν πάντα βασισμένη σε πολύ μεγάλο βαθμό στη δεξιοτεχνία. Χρειαζόταν σκληρή μελέτη και τεχνικές γνώσεις ώστε να βγάλεις φωτογραφίες και βέβαια να έχεις ένα καλό αποτέλεσμα. Ήταν πολύ δύσκολο να συμβεί αυτό. Ως καθηγητής, σπάνια έβλεπα οποιονδήποτε σπουδαστή να βρίσκεται σε καλό δρόμο πριν περάσουν μερικά χρόνια. Τώρα, το επίπεδο είναι υψηλότερο και η επάρκεια έρχεται χωρίς πολλή δουλειά. Όμως, αμφιβάλλω αν οι περισσότεροι σπουδαστές στα δύο πρώτα χρόνια των σπουδών τους μπορούν να πουν με ακρίβεια ποιο είναι το ISO, τι ρόλο παίζουν οι ρυθμίσεις διαφράγματος και ταχύτητας κλείστρου, τι είναι το γκρι 18%, η αποτυχία αμοιβαιότητας (reciprocity failure), το D-Max και ούτω καθεξής. Κάποιοι φυσικά μπορούν να ισχυριστούν ότι δεν χρειάζεται να γνωρίζουν αυτά τα πράγματα. Απλά βάλτε την κάμερα στο «P» και τραβάτε.

Τί θέλω να πω; Καθώς η φωτογραφία πια είναι πανταχού παρούσα, όπως άλλωστε είμαστε κι εμείς οι φωτογράφοι, και ακόμα και οι πιο απλές κάμερες που κατασκευάζονται σήμερα παρέχουν εκπληκτικά αποτελέσματα σε σχέση με πριν από μερικά χρόνια, η φωτογραφία είναι σε θέση να διερευνήσει ακόμα και περιοχές που δεν είχαν διερευνηθεί ποτέ πριν. Όλα αυτά είναι καλά. Αλλά παρακαλώ δώστε μου λιγότερα λόγια και καλύτερες φωτογραφίες! Βρίσκω την ιστορία και το κείμενο που μου λέει πώς να κοιτάζω τις φωτογραφίες ως επί το πλείστον βαρετό και πατροναριστικό, ενώ θα προτιμούσα να αφήνατε τις φωτογραφίες να μιλάνε μόνες τους.

Είναι ειρωνικό το γεγονός ότι, καθώς οι φωτογραφίες έγιναν ευκολότερες και υπάρχουν περισσότεροι φωτογράφοι από ποτέ με τεράστια φωτογραφική παραγωγή, οι φωτογραφίες είναι χειρότερες.

Όπως έγραψε ο Kurt Vonnegut στο Slaughterhouse Five, όταν αναφέρθηκε στη μαζική βομβιστική επίθεση στη Δρέσδη προς το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου από τους συμμάχους, που σκότωσε εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους:

«Έτσι είναι τα πράγματα».

.


.

Ο Neal Rantoul είναι καλλιτέχνης και εκπαιδευτικός. Μετά από 10 χρόνια διδασκαλίας στο Χάρβαρντ και 30 χρόνια ως επικεφαλής του Προγράμματος Φωτογραφίας στο Northeastern University της Βοστώνης, αποχώρησε από τη διδασκαλία το 2012.  

*η κεντρική φωτο είναι του Neal Rantoul από τη σειρά Zinc

.

Πηγή: http://www.nealrantoul.com/posts/a-disturbing-trend

.