Στις αρχές Δεκεμβρίου του 2016, δημοσιεύτηκαν δύο κείμενα του Tim Chambers στον ιστότοπο των Anchor Editions αναφορικά με ένα σχετικά άγνωστο ζήτημα που αφορά αφενός την ιστορία της φωτογραφίας και αφετέρου την πολιτική των Αμερικανών στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Πρωταγωνίστρια της ιστορίας η Dorothea Lange.

Μετάφραση-επιμέλεια: Δημήτρης Χατζημαρινάκης

.

Στις 19 Φεβρουαρίου 1942, με το εκτελεστικό διάταγμα 9066, ο Ρούζβελτ, υπό την επίδραση ενός υποβόσκωντος ρατσισμού στα ΜΜΕ και στην πολιτική σκηνή, εξουσιοδοτεί τον Γραμματέα Πολέμου να εγκαθιδρύσει στρατιωτικές ζώνες στην Ουάσιγκτον, το Όρεγκον, την Αριζόνα και την Καλιφόρνια και να απομακρύνει όλους τους ανθρώπους από τις περιοχές αυτές για λόγους “στρατιωτικών αναγκών”.

Τον Μάρτιο του 1942, ο στρατός αρχίζει να εκδίδει διαταγές, σύμφωνα με τις οποίες όλα τα άτομα ιαπωνικής καταγωγής κλήθηκαν σε σταθμούς ελέγχου πολιτών, ώστε να καταγραφούν και να ξεκινήσει η διαδικασία “απομάκρυνσής” τους προς γειτονικά κέντρα συγκέντρωσης και τελικά “μετεγκατάστασής” τους σε περιοχές στα δυτικά. Τις επόμενες δυο εβδομάδες περίπου 120.000 Ιάπωνες υποχρεώνονται να πουλήσουν ή να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, τις επιχειρήσεις τους και την περιουσία τους και φυλακίζονται σε στρατόπεδα συγκέντρωσης κατά τη διάρκεια του πολέμου μέχρι και το 1946, οπότε και άρχισαν σταδιακά αυτά τα στρατόπεδα να παύουν να λειτουργούν. Τα δύο τρίτα των κρατουμένων ήταν πολίτες των Η.Π.Α που ήδη ζούσαν στη χώρα για δεκαετίες.

H φωτογράφος Dorothea Lange, γνωστή για τις φωτογραφίες της (όπως η «Μητέρα Μετανάστρια») στο πλαίσιο του προγράμματος FSA*, προσλήφθηκε από την κυβέρνηση των Η.Π.Α, ώστε να καταγράψει φωτογραφικά την «απομάκρυνση» και «μετεγκατάσταση» των Ιαπωνο-Αμερικανών το 1942. Έδειξε μεγάλη προθυμία να αναλάβει την αποστολή, παρόλο που ήταν αντίθετη με αυτή την επιχείρηση, καθώς πίστευε πως «μια αληθινή καταγραφή του εκτοπισμού θα ήταν πολύτιμη στο μέλλον».

Η Lange εργάστηκε ασταμάτητα για τους επόμενους μήνες, ταξιδεύοντας σε πολλές πόλεις της Καλιφόρνια, για να φωτογραφήσει τους Ιάπωνες ενώ προετοιμάζονταν για την “απομάκρυνση”, ενώ στριμώχνονταν σε λεωφορεία και τρένα, ενώ αναγκάζονταν να μείνουν σε προσωρινά καταλύματα σε στρατώνες, στάβλους και πάρκα στα δυτικά. Στη συνέχεια, αφιέρωσε αρκετό χρόνο στο Manzanar, ένα από τα μεγαλύτερα στρατόπεδα συγκέντρωσης που βρισκόταν στην ανατολική έρημο της νότιας Καλιφόρνια, όπου συνέχισε να φωτογραφίζει τους κρατούμενους ανθρώπους και να αποτυπώνει τις συνθήκες που επικρατούσαν. Παρά την αντίδραση που συνάντησε εκ μέρους των Αρχών του στρατοπέδου και της στρατιωτικής αστυνομίας και παρά τα διαφόρων ειδών εμπόδια σχετικά με το τι της επιτρεπόταν να φωτογραφήσει, η Lange παρήγαγε πάνω από 800 φωτογραφίες.

Όμως, η αντίθεσή της σε αυτό που συνέβαινε αποτυπώθηκε και στις φωτογραφίες της, κάτι που βέβαια έγινε αντιληπτό από τους στρατιωτικούς διοικητές των ΗΠΑ, όταν τις είδαν. Τις κατέσχεσαν κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, γράφοντας, μάλιστα τη λέξη «κατάσχεται», ακόμα και επάνω σε αρκετές εκτυπωμένες φωτογραφίες. Έτσι, όλο αυτό το έργο κρατήθηκε με μυστικότητα στα εθνικά αρχεία των Η.Π.Α και έμεινε ως επί το πλείστον αόρατο και αδημοσίευτο μέχρι το 2006. Σχεδόν τίποτα δεν είναι γνωστό σχετικά με το ποιος αποφάσισε το “θάψιμο” αυτών των εικόνων και μέσω ποιας νομικής οδού.

Οι φωτογραφίες της Lange δεν είναι μοναχά ένα χρήσιμο αρχείο που μας πληροφορεί για το τι συνέβη σχετικά με τη φυλάκιση αυτών των Ιαπωνο-Αμερικανών πολιτών, αλλά ταυτόχρονα αποτελεί και ένα εξαιρετικό υλικό σχετικά με τη δική της προσωπική εξέλιξη στο πεδίο της φωτογραφίας-ντοκουμέντου. Ενώ ανέπτυσσε το στυλ της στα πορτρέτα φωτογραφίζοντας τους ανθρώπους στα στρατόπεδα, την ίδια στιγμή διεύρυνε τη ματιά της συμπεριλαμβάνοντας και τις συνθήκες που επικρατούσαν εκεί. Ανέδειξε το πώς οι κρατούμενοι ανέπτυξαν τη δημιουργικότητά τους, παρά τη σκληρή πραγματικότητα, ώστε να κάνουν το περιβάλλον τους λίγο πιο φιλόξενο.

Κοιτάζοντας τις φωτογραφίες αυτές, είναι εκπληκτικό να βλέπει κανείς το τι παρατήρησε η Lange και το πώς τοποθέτησε τον εαυτό της και την κάμερά της σε σχέση με το ό,τι φωτογράφιζε. Έχει απόλυτη επίγνωση της αίσθησης που επικρατεί εκείνη τη στιγμή και, καθώς “αιχμαλωτίζει” αυθόρμητα στιγμιότυπα ή ανθρώπους που ποζάρουν, χειρίζεται τη μηχανή με τρόπο που να δημιουργεί σχέση ανάμεσα στους φωτογραφιζόμενους και στο θεατή της εικόνας.

Μπορεί κανείς να μάθει περισσότερα για το έργο αυτό της Lange στο βιβλίο που κυκλοφορεί με τίτλο “Impounded: Dorothea Lange and the Censored Images of Japanese American Internment”, σε επιμέλεια των Linda Gordon και Gary Y. Okihoro, οι οποίοι με κείμενα τους για την ιστορία αυτή συνοδεύουν μια εξαιρετική επιλογή εικόνων.

Ένας περιορισμένος αριθμός εκτυπωμένων φωτογραφιών πωλείται από τις Anchor Editions και το 50% των εσόδων δωρίζεται στην ACLU, την Αμερικανική Ένωση Πολιτικών Ελευθεριών, που είναι μη κερδοσκοπικός οργανισμός και δραστηριοποιείται στις ΗΠΑ από το 1920.  Η αποστολή του είναι η υπεράσπιση και διατήρηση των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών που εγγυάται σε κάθε πρόσωπο η χώρα. Ο αγώνας του φαίνεται ιδιαίτερα σημαντικός σήμερα, δεδομένου του κύματος της τρέχουσας αντιμουσουλμανικής ρητορικής, καθώς και των αντιδραστικών πολιτικών για τη μετανάστευση.

.

.

 

*Farm Security Administration: Πρόγραμμα της κυβέρνησης Ρούζβελτ για την «αποκατάσταση» και τη βελτίωση της ζωής των φτωχών αγροτών, μετά το κραχ του 1929, στο πλαίσιο του οποίου συγκέντρωνε το κράτος τους αγρότες σε εκτάσεις κρατικής ιδιοκτησίας και τους έβαζε να εργάζονται κάνοντας μάλιστα και χρήση σύγχρονων τεχνικών για αποδοτικότερες καλλιέργειες, υπό την εποπτεία εμπειρογνωμόνων. Φυσικά όχι και υπό τις καλύτερες συνθήκες. Αρκετοί σημαντικοί φωτογράφοι εργάστηκαν στο FSA από το 1935 ως το 1944.